λοδοϊκία

λοδοϊκία
η
βοτ. γένος αγγειόσπερμων μονοκότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια φοινικίδες.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Σεϋχέλες — Συκρότημα νησιών της Ανατολικής Αφρικής, βορειοανατολικά της Μαδαγασκάρης.Tο αρχιπέλαγος των Σεϋχελλών, που ανήκει στη νησιωτική Aφρική, βρίσκεται στον Iνδικό Ωκεανό, βορειοανατολικά της Mαδαγασκάρης. Πρώην βρετανική αποικία, απέκτησε την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”